31/12/08

Θρησκευτικές ελευθερίες και δημοψηφίσματα

Τα Νέα, 31 Δεκεμβρίου 2008

Μακαριότατε,

μαζί με τις ολόθερμες ευχαριστίες μας για όσα ελπιδοφόρα γευτήκαμε το σύντομο διάστημα μετά την εκλογή σας, νηστεύσαντες και μη νηστεύσαντες, θρησκευόμενοι και μη, δηλαδή, μαζί με τις ευχαριστίες μας για τη νηνεμία, αν μη τι άλλο, μετά την τρικυμία της μισαλλοδοξίας των τελευταίων χρόνων, επιτρέψτε μας μια ένσταση.

διαβάστε τη συνέχεια...

Είχα την ευκαιρία να εκδηλώσω την εκτίμησή μου προς το πρόσωπό σας, π.χ. στην τελευταία επιφυλλίδα μου για την παρέμβασή σας στα γεγονότα των ημερών· έτσι, δεν θα παρεξηγηθούν, ελπίζω, οι προθέσεις μου:

Σε συνέντευξή σας στην Καθημερινή 28/12 διατυπώσατε, δεύτερη φορά το τελευταίο διάστημα, τον απολύτως εύλογο σκεπτικισμό σας για τον χωρισμό Εκκλησίας και κράτους. Η θέση σας όμως αυτή συνοδεύτηκε από την παρατήρηση ότι: «εάν [η Πολιτεία] επιθυμεί έναν τέτοιου είδους χωρισμό είναι στη διακριτική της ευχέρεια –αν όχι υποχρέωσή της– να το θέσει στην κρίση του ελληνικού λαού και εκείνος ας αποφασίσει ό,τι θέλει».

Μας ξένισε η πρότασή σας αυτή, κυρίως έπειτα από τη διαφωνία σας με τον προηγούμενο αρχιεπίσκοπο, ο οποίος ζητούσε δημοψήφισμα για την αναγραφή του θρησκεύματος στις αστυνομικές ταυτότητες.

Ας μην περάσουμε σε εικασίες, Μακαριότατε, για την απάντηση που θα έδινε πιθανότατα ο ελληνικός (και όχι μόνο) λαός σε δημοψήφισμα λ.χ. για επαναφορά της θανατικής ποινής, ή για την απέλαση των ξένων και το κλείσιμο των συνόρων.

Εδώ πρόκειται για θρησκευτικές ελευθερίες και ανθρώπινα δικαιώματα. Που δεν αντιμετωπίζονται με όρους πλειοψηφίας και μειοψηφίας. Αν ξεκινούμε από τον στοιχειώδη κώδικα κοινωνικής συμπεριφοράς που λέει ότι κλείνουμε το τζάμι στο λεωφορείο όταν έστω και ένας κρυώνει, δεν νοείται σε θέμα όπως η προστασία των ανθρώπινων δικαιωμάτων να προσφεύγουμε και να επαφιέμεθα στην κρίση της οσοδήποτε συντριπτικής, ενδεχομένως, πλειοψηφίας.

Αναμφίβολα ο χωρισμός Εκκλησίας και κράτους είναι μείζων αλλαγή, με δεδομένη μάλιστα την ελληνική ιδιομορφία, με τη μακραίωνη συμπόρευση Εκκλησίας και κράτους, που έχει διαμορφώσει ήθη και παραδόσεις.

Εδώ όμως παραβλέπουμε, φοβούμαι, μιαν άλλη μείζονα αλλαγή, που έχει ήδη συντελεστεί, σιγά σιγά, αν και όχι αθόρυβα. Τις τελευταίες δεκαετίες, καθώς από τις υπό ανάπτυξη χώρες περάσαμε στη χορεία των αναπτυγμένων, και γίναμε πλέον χώρα υποδοχής μεταναστών, έχουν μεταβληθεί οι πληθυσμιακές σταθερές. Ένα σεβαστό ποσοστό της τάξεως του 10% αποτελείται από ξένους, από ποικίλους τόπους καταγωγής, με ποικίλα θρησκεύματα, και σε ποικίλα στάδια ενταξιακής διαδικασίας.

Αυτή τώρα η αλλαγή έχει, πιστεύω, μεταβάλει άρδην ή και ακυρώσει τους όρους του προβλήματος που συζητούμε.

Όμως και πάλι, πάντα, ο σεβασμός εθνοτικών, θρησκευτικών κτλ. μειονοτήτων και η προστασία των δικαιωμάτων τους δεν συναρτάται με αριθμητικά κριτήρια.

Και αν η Πολιτεία είναι εντεταλμένη και υποχρεωμένη νομικά να τα προστατεύει, έχω την αίσθηση ότι πολύ περισσότερο θα έπρεπε να είναι δεσμευμένη ηθικά να τα προστατεύει μια Εκκλησία. Και πάντως μια Εκκλησία όπως την επαγγέλλεστε εσείς.

buzz it!