8/8/07

στις επάλξεις [5α], δηλαδή συμπληρωματικά: και βέβαια και αφικνούνται

μεγάλη μπουκιά να φας, μεγάλο λόγο να μην πεις -ιδίως όταν έχει αρχίσει η άνοια: αυτοκριτικό είναι αυτό

διαβάστε τη συνέχεια...

τρελαίνομαι κανονικά, που λένε, όταν καμιά φορά γράφω για κάποια νεοκαθαρευουσιανιά και λέω, δηλαδή θα φτάσουμε και στο τάδε; στο ακόμα πιο ακραίο δηλαδή τάδε, ανάλογα με το εκάστοτε παράδειγμα; και τσουπ, δεν περνάει πολύς καιρός και το βλέπουνε τα μάτια μας κι αυτό το πιο "προχωρημένο" ακόμα τάδε!
τρελαίνομαι και γελάω μαζί, με τον όλο και πιο αθώρητο πάτο τού -βλαχομπαρόκ, εννοείται- νεολογιοτατισμού

τα πράγματα είναι ακόμα πιο κωμικοτραγικά, με τον εαυτό μου όμως πια και με την άνοιά μου, όταν αυτό που, ας πούμε, απεύχομαι, ή θεωρώ καταρχήν αδιανόητο, έχει ήδη γραφτεί, και το 'χω ήδη αποδελτιώσει, αλλά, είπαμε, η άνοια...

μακρύς, φλύαρος πρόλογος, για ένα συμπληρωματικό ποστάκι στο υπ' αρ. 5 των "επάλξεων", κι εκεί συγκεκριμένα στην παράγραφο 8, όπου έγραφα για το "αφίχθησαν" και έκανα και χιουμοράκι, κούνια που με κούναγε, να 'βλεπα τάχα τον ερίφη τον ρεπόρτερ σε ζωντανή σύνδεση να χρησιμοποιεί, κατά συνέπεια, τον τύπο του ενεστώτα: "αφικνούνται"

αμ το 'χαν ήδη δει κι ετούτο τα ματάκια μου: ψάχνοντας στο σωρό με τα κωλοχαρτάκια μου για κάτι άλλο, ιδού:

"[από την απεργία στα λιμάνια υποφέρουν] και τα περιοδικά που βλέπουν αφενός το [...] πολυτελές χαρτί να μην φθάνει και τόσο εύκολα στα εκτυπωτήρια και αφετέρου τα [...] δώρα και δωράκια να μην αφικνούνται από τις χώρες παραγωγής. Διά ταύτα; Κινδυνεύουν να φθάσουν στα περίπτερα χωρίς προσφορές..." κτλ. [Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία 10.12.06]

Έδωσα μεγάλο μέρος από τα συμφραζόμενα για να σχολιάσω απροπό και το εξής: ο συντάκτης χρειάστηκε 3 φορές κοντά κοντά το ρήμα "φτάνω" [με φΘ- βεβαίως, αυτό δεν το σχολιάζουμε πια], μια επανάληψη απαραίτητη, αφού μιλάει για το ίδιο ακριβώς πράγμα. Εδώ λειτουργεί ο τρόμος της επανάληψης, όπως έχω γράψει επανειλημμένα, ένας τρόμος που ξεκινάει από τις γνωστού είδους και επιπέδου γλωσσικές, υφολογικές ειδικότερα εδώ, οδηγίες, που ξορκίζουν την επανάληψη συλλήβδην, με έτοιμο το φάρμακο: αφού Εμείς -οι της Μητέρας των γλωσσών εννοείται- έχουμε τέτοιο πλούτο συνωνύμων -από την Ενιαία εννοείται...

"φτάνει - φτάνουν - φτάσουν" χρειαζόταν ο συντάκτης, έσπασε με γενναιότητα την αλυσίδα, αντλώντας για το μεσαίο από την Ενιαία, και ιδού: "αφικνούνται"

και εις κατώτερα!

buzz it!

6 σχόλια:

JustAnotherGoneOff είπε...
Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από τον συντάκτη.
JustAnotherGoneOff είπε...

Τι μου θυμίσατε με το "αφικνούται".

Ελευθεροτυπία της 04/11/2005:

Την άποψη ότι η γλώσσα ούτε φτωχαίνει ούτε πλουταίνει από μόνη της εξέφρασε και η Λένα Διβάνη, συγγραφέας και αναπληρώτρια καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. «Η γλώσσα ακολουθεί τη ζωή», επισήμανε.

Πλείστα τα παραδείγματα από το γούγλη για το ρήμα "πλουταίνει". Κι ερωτώ, είναι δόκιμος ο παθητικός του ρήματος "πλουτίζω";

JustAnotherGoneOff είπε...

(κάτι έχει χαθεί στο copy paste από το προηγούμενο σχόλιο)

Διότι, αν λέω "πλουτίζω", στον παθητικό γράφω "πλουτίζομαι" ή "εμπλουτίζομαι". Το "πλουταίνω" ως ενεργητικό ρήμα πώς είναι; "Πλουτώ";

JustAnotherGoneOff είπε...

Σας ζαλίζω τώρα, το ξέρω.

Φανταστείτε τον παθητικό του "εμπλουτίζω": Εμπλουταίνω!

Τέλος!

Γιάννης Χάρης είπε...

απλώς συνώνυμο τού "πλουτίζω" είναι, από άλλη ρίζα [μην μπερδεύεστε με ενεργητικά-παθητικά, ή μεταβατικά-αμετάβατα επίσης. Και το πλουτίζω άλλωστε δεν είναι "ενεργητικό", με την έννοια που το λέτε, αφού "πλουτίζω από / με τις επιχειρήσεις μου", αλλά και "πλουτίζω τις γνώσεις μου" κτλ.]

υγ. δε με ζαλίζετε, απλώς καλύτερα τα ξέρουν αυτά φιλόλογοι και γλωσσολόγοι

JustAnotherGoneOff είπε...

Ξέρετε πόσες φορές συναντάω να μου λένε λχ "πλουταίνω τη γλώσσα μου"; Το ρήμα με τις πιο πολλές κακόγουστες χρήσεις και γι αυτό του κάνω τέτοια επίθεση.